Η πρόοδος της επιστήμης σε συνδυασμό με την κατάρριψη διαφόρων ταμπού του παρελθόντος απεκάλυψαν το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος. Ετσι, υπολογίζεται πως το 12-15% των ζευγαριών αναπαραγωγικής ηλικίας αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται καθώς μεγαλώνει η ηλικία της γυναίκας, η οποία και αποτελεί έναν ανεξάρτητο παράγοντα που επηρεάζει την πιθανότητα σύλληψης. Συνεπώς, αν ανήκετε στην κατηγορία των ζευγαριών εκείνων που θα χρειασθούν κάποιου βαθμού υποβοήθηση για να τεκνοποιήσουν, δεν είστε η σπάνια εξαίρεση: πολλά άλλα ζευγάρια βρίσκονται στην ίδια θέση με εσάς και καταβάλλουν αντίστοιχες προσπάθειες.
Επειδή για κάθε μήνα προσπάθειας ενός ζευγαριού χωρίς προβλήματα γονιμότητας, η πιθανότητα σύλληψης δεν υπερβαίνει το 20%, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ο χαρακτηρισμός ενός ζευγαριού ως υπογόνιμο δίνεται μετά ένα έτος άκαρπων προσπαθειών. Τότε θα πρέπει να γίνεται η ειδική διερεύνηση παραγόντων υπογονιμότητας και να σχεδιάζεται η αντιμετώπιση του προβλήματος. Εννοείται όμως ότι, αν από το ιατρικό ιστορικό ή την ιατρική παρακολούθηση ρουτίνας ενός ζευγαριού εγείρονται υποψίες ύπαρξης κάποιου συγκεκριμένου παράγοντα υπογονιμότητας, αυτός μπορεί να αναζητείται πριν την ολοκλήρωση του έτους προσπαθειών, ώστε να μην χάνεται πολύτιμος χρόνος. Επίσης σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Εταιρείας Αναπαραγωγική Ιατρικής, ζευγάρια στα οποία η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών το διάστημα αναμονής πριν την διερεύνηση πιθανής υπογονιμότητας περιορίζεται στους 6 μήνες, ένω αν η γυναίκα είναι άνω των 40 ετών, η διερεύνηση θα πρέπει να ξεκινά άμεσα.
Φυσικά και όχι. Η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελεί απλά έναν από τους τρόπους υποβοήθησης ζευγαριών που προσπαθούν να τεκνοποιήσουν. Δεν είναι απαραίτητο ότι όλα να υπογόνιμα ζευγάρια χρειάζονται εξωσωματική. Υπάρχουν και άλλες απλούστερες τεχνικές που έχουν τις ενδείξεις τους, και στηρίζονται την ‘ενδοσωματική’ γονιμοποίηση. Ετσι, ανάλογα με την περίπτωσή σας, μπορεί απλά να χρειασθείτε κάποια ρύθμιση του ορμονικού σας συστήματος, ενίσχυση της ωοθυλακιορρηξίας σας, προγραμματισμό της σεξουαλικής επαφής, ή σπερματέγχυση, και μόνο αν αποτύχουν αυτά να σας προταθεί η εξωσωματική γονιμοποίηση.
Το ερώτημα αυτό είναι ίσως το πιο συχνό που γίνεται από τα ζευγάρια που χρειάζονται υποβοήθηση για να τεκνοποιήσουν. Παράλληλα, η απάντηση που δίνεται από τα διάφορα Κέντρα Εξωσωματικής σε αυτό το ερώτημα είναι συχνά κάπως υπερβολική ή παραπλανητική όσον αφορά τα ποσοστά επιτυχίας. Ναι, υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας που ανέρχονται έως και το 55% ανά προσπάθεια εξωσωματικής, αφορούν όμως κάποιες συγκεκριμένες κατηγορίες ζευγαριών, όπως για παράδειγμα ζευγάρια με μέτριες διαταραχές σπέρματος ώς αιτία υπογονιμότητας όπου η γυναίκα είναι μικρής ηλικίας. Αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί και να στηριζόμαστε στα διεθνή δεδομένα όπως αυτά αποτυπώνονται στην ιατρική βιβλιογραφία, θα πρέπει να μιλάμε για μια μέση πιθανότητα επιτυχίας γύρω στο 35% ανά προσπάθεια εξωσωματικής, η οποία μεταβάλλεται ανάλογα με τις ιδιάζουσες συνθήκες κάθε ζευγαριού. Επίσης, ένας άλλος χρήσιμος δείκτης είναι η αθροιστική πιθανότητα επιτυχίας μετά από έναν αριθμό προσπαθειών εξωσωματικής: υπολογίζεται πως το 70-75% των ζευγαριών θα έχει επιτύχει εγκυμοσύνη μετά από 3-4 προσπάθειες. Τέλος, όσον αφορά τις απλούστερες μεθόδους υποβοήθησης, οι πιθανότητες επιτυχίας με την σπερματέγχυση δεν υπερβαίνουν το 18% ανά προσπάθεια, ενώ φαίνεται πως δεν υπάρχει νόημα για ένα ζευγάρι να υποβάλλεται σε περισσότερες από 3-4 σπερματεγχύσεις, αφού αν δεν έχει επέλθει θετικό αποτέλεσμα με αυτές, οι πιθανότητες επιτυχίας στην συνέχεια είναι πολύ μικρές.
Οι ημέρες που θα πρέπει να κάνετε ενέσεις εφαρτώνται από τον τύπο του πρωτοκόλλου διέγερσης που ακολουθείτε: στα επιμήκη (μακρά) πρωτόκολλα θα χρειασθεί να κάνετε ενέσεις για 20-22 ημέρες, ενώ στα βραχέα (κοντά) πρωτόκολλα για 12-14 ημέρες.
Δεν έχει και τόσο σημασία τι ώρα θα κάνετε τις ενέσεις σας, αλλά το να τις κάνετε την ίδια ώρα (με απόκλιση μιάς ώρας) κάθε ημέρα. Επίσης, θα πρέπει να είστε ακριβής στην ώρα που θα σας πεί ο ιατρός να κάνετε την τελευταία ένεση για την τελική ωρίμανση των ωοθυλακίων πριν την ωοληψία.
Ναι. Επειδή θα λάβετε μια ελαφρά μέθη, δεν θα πρέπει να έχετε φάει ή πιεί υγρά για τουλάχιστον 8 ώρες πριν την προγραμματισμένη ώρα ωοληψίας.
Είναι καλύτερο ο σύζυγος να δίνει το σπέρμα στο Κέντρο Εξωσωματικής, ώστε να ξεκινήσει αμέσως η επεξεργασία του. Αν παρόλα αυτά, αποφασισθεί το αντίθετο, το σπέρμα πρέπει να έρθει στο Εργαστήριο εντός μισής ώρας από την εκσπερμάτιση και να έχει διατηρηθεί ζεστό.
Οχι. Η εμβρυομεταφορά πραγματοποιείται χωρίς αναισθησία αφού είναι ανώδυνη (σαν να κάνετε το τεστ Παπανικολάου). Σημειώστε ότι την ημέρα της εμβρυομεταφοράς θα πρέπει να έχετε πάρει τις πρωϊνές δόσεις όλων των φαρμάκων που σας έχουμε συστήσει (ακόμα και των κολπικών gel ή δισκίων). Οταν έρθετε στην Μονάδα για την εμβρυομεταφορά (αλλά και για την ωοληψία) δεν πρέπει να έχετε βάλει άρωμα ή αρωματικές κρέμες σώματος, γιατί επηρεάζουν δυσμενώς το μικροπεριβάλλον του εργαστηρίου.
Η πολυπόθητη απάντηση στο αν η προσπάθεια πέτυχε και είστε πλέον έγκυος, δίνεται 12-14 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά (ανάλογα του σταδίου των εμβρύων που μεταφέρθηκαν), οπότε και θα σας ζητηθεί να κάνετε εξέταση αίματος για μέτρηση των επιπέδων της β-χοριακής γοναδοτροπίνης. Θα πρέπει να κάνετε την εξέταση οπωσδήποτε, ακόμα και αν πιστεύετε ότι αποκλείεται να είστε έγκυος (αν πχ έχετε δει λίγο αίμα), και να μην διακόψετε την φαρμακευτική υποστηρικτική αγωγή που λαμβάνετε αν πρώτα δεν βγουν τα αποτελέσματα της εξέτασης. Επίσης, δεν θα πρέπει να βασίζεσθε σε αποτελέσματα των τεστ κύησης ούρων, αλλά να κάνετε πάντα την εξέταση στο αίμα.
Αυτό μην σας απασχολεί. Η μέχρι τώρα εμπειρία αποδεικνύει ότι η μακρόχρονη κατάψυξη δεν αλλοιώνει τα έμβρυα, έτσι ώστε να έχουν επιτευχθεί κυήσεις με έμβρυα που παρέμειναν στην κατάψυξη ακόμα και για 7-8 έτη. Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία στα 5 χρόνια κρυοσυντήρησης θα πρέπει να αποφασίσετε αν θέλετε να την συνεχίσετε για άλλα 5 χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια η πολιτεία έχει επιδείξει κοινωνική ευαισθησία στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν χιλιάδες υπογόνιμα ζευγάρια. Έτσι πλέον ο ΕΟΠΥΥ αφού περάσετε επιτυχώς από ειδική Επιτροπή καλύπτει ικανοποιητικά το κόστος της φαρμακευτικής αγωγής για περιορισμένους όμως κύκλους θεραπείας (δυο εντός έτους και άλλους δυο στην συνέχεια). Η κάλυψη της φαρμακευτικής αγωγής ανέρχεται σε 100% για τις ενέσεις γοναδοτροπινών, ενώ τα υπόλοιπα φάρμακα τα παίρνεται με απλή συμμετοχή. Παράλληλα δίδεται εφάπαξ και ένα ποσό για τα έξοδα της προσπάθειας. Καλό θα είναι πριν ξεκινήσετε την προσπάθειά σας να ενημερωθείτε για το τι εξετάσεις και διαδικασίες απαιτούνται για να περάσετε από την Επιτροπή του ΕΟΠΥΥ.
Οσον αφορά την κιτρική κλομιφένη, αυτή σπάνια μπορεί να προκαλέσει ήπιες παρενέργειες όπως πονοκέφαλο, ναυτία, εξάψεις και οπτικές διαταραχές, που είναι πλήρως αναστρέψιμες με την διακοπή των φαρμάκου.
Οσον αφορά τις γοναδοτροπίνες, αυτές δεν προκαλούν πρωτοπαθώς παρενέργειες, παρά μόνο δευτεροπαθώς, από την διέγερση των ωοθηκών. Ετσι, όσο πιο ισχυρή είναι η απάντηση των ωοθηκών της γυναίκας στις γοναδοτροπίνες, τόσο πιο συχνές (και αναμενόμενες) είναι ‘παρενέργειες’ όπως φούσκωμα στην κοιλιά, πόνος στην κοιλιά ή δυσφορία στους μαστούς. Βέβαια, η σοβαρότερη παρενέργεια είναι το γνωστό σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών, που δυστυχώς δεν μπορεί πάντα να προβλεφθεί και να αποφευχθεί αφού στην εμφάνισή του συμβάλει κατά πολύ η ιδιοσυστασία της κάθε γυναίκας. Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται, αναλόγως της βαρύτητάς του, από εκσεσημασμένη διόγκωση των ωοθηκών, συλλογή υγρού στην κοιλιά της γυναίκας (ή και στον θώρακα), διάταση της κοιλιάς, ναυτία, εμέτους, δυσφορία, δυσκολία στην αναπνοή, επιρρέπεια στις θρομβώσεις, διαταραχή της λειτουργίας των νεφρών. Ευτυχώς, οι τελευταίες επιπλοκές εμφανίζονται σε λίγες μόνο περιπτώσεις του συνδρόμου, η αντιμετώπιση του οποίου πρεπει να είναι σχολαστική.
Η ερώτηση αυτή υποβάλλεται σχεδόν πάντα από τα ζευγάρια που πρόκειται να υποβληθούν σε προγράμματα εξωσωματικής γονιμοποίησης και γίνεται όλο και πιο αγωνιώδης όσο περισσότερες προσπάθειες αναγκάζεται να κάνει η γυναίκα. Βασικά, η μεγάλη ανησυχία αφορά την συσχέτιση των φαρμάκων υπογονιμότητας με τον κίνδυνο ανάπτυξης διαφόρων μορφών γυναικολογικού καρκίνου. Ετσι, η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα πρέπει να είναι προσεκτική και επιστημονικά τεκμηριωμένη.
Η σχέση μεταξύ φαρμάκων γονιμότητας και καρκίνου του μαστού, έχει διερευνηθεί σε δώδεκα μεγάλες και αξιόπιστες μελέτες. Στις εννέα εξ αυτών δεν αποδείχθηκε ουδεμία στατιστικώς σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στην λήψη φαρμάκων γονιμότητας και τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, σε μία εξ αυτών παρατηρήθηκε αύξηση του κινδύνου στον υπογόνιμο γενικά πληθυσμό, ανεξάρτητα από την λήψη ή μη φαρμάκων, σε μία εξ αυτών παρατηρήθηκε μια παροδική μόνο αύξηση του συχνότητας του καρκίνου (για τον πρώτο χρόνο από την λήψη των φαρμάκων) που αποδόθηκε σε ανάπτυξη όγκων που προϋπήρχαν πριν την έναρξη της θεραπείας, ενώ μόνο σε μία εξ αυτών (που ήταν και σχετικά μικρότερης στατιστικής ισχύος) παρατηρήθηκε αύξηση της συχνότητας του καρκίνου, μόνο σε γυναίκες που έκαναν χρήση των φαρμάκων για πάνω από έξι κύκλους διέγερσης ωοθηκών. Θα πρέπει να τονισθεί ότι τα παραπάνω συμπεράσματα αφορούν τους ‘φρέσκους’ κύκλους διέγερσης ωοθηκών (και όχι τους κύκλους απόψυξης-εμβρυομεταφοράς κρυοσυντηρημένων εμβρύων). Συνεπώς, τα μέχρι τώρα αποτελέσματα είναι μάλλον καθυσηχαστικά όσον αφορά την μελλοντική ανάπτυξη καρκίνου μαστού σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε προσπάθειες εξωσωματικής.
Η σχέση μεταξύ φαρμάκων γονιμότητας και καρκίνου του ενδομητρίου, έχει διερευνηθεί σε έξι μεγάλες μελέτες και σε καμία από αυτές δεν ανευρέθη συσχέτιση των χορηγουμένων ενέσεων γοναδοτροπινών με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης του εν λόγω καρκίνου. Τέλος, παρομοίως καθησυχαστικά είναι και τα αποτελέσματα της συντριπτικής πλειοψηφίας των αξιόπιστων μελετών που διερεύνησαν την συσχέτιση των φαρμάκων γονιμότητας με τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών
Για να σου εξασφαλίσουμε μια κορυφαία εμπειρία, στο site μας χρησιμοποιούμε cookies.