Υπογονιμότητα

Το θέμα της γονιμότητας απασχολεί αναπόφευκτα όλα τα ζευγάρια που αποφασίζουν να τεκνοποιήσουν και να ολοκληρώσουν την οικογένεια τους. Πολύ συχνά όμως, ακόμα και μια μικρή καθυστέρηση στην επίτευξη του στόχου δημιουργεί άγχος και ανησυχία χωρίς απαραίτητα να υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι, είτε από λάθος υπολογισμό των γόνιμων ημερών, είτε από απρόβλεπτες παρεκκλίσεις της ημέρας κατά την οποία συμβαίνει η ωοθυλακιορρηξία, είτε τέλος από αποτυχία της διαδικασίας γονιμοποίησης ή της εξέλιξης των πρωίμων σταδίων των γονιμοποιημένων ωαρίων, η πιθανότητα επίτευξης εγκυμοσύνης ανά μήνα προσπάθειας δεν υπερβαίνει το 25%. Η πιθανότητα αυτή ανέρχεται σε 57% μετά από 3 μήνες, σε 72% στο εξάμηνο, και σε 85-90% στο έτος. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι μια ολιγόμηνη καθυστέρηση στην επίτευξη της εγκυμοσύνης μπορεί να είναι απολύτως ‘αθώα’.

μια ολιγόμηνη καθυστέρηση στην επίτευξη της εγκυμοσύνης
μπορεί να είναι απολύτως ‘αθώα’.

Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες αναθεωρήσεις από την Αμερικανική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (American Society of Reproductive Medicine, ASRM), ως υπογονιμότητα ορίζεται ‘η διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την αποτυχία επίτευξης κύησης έπειτα από 12 ή περισσότερους μήνες τακτικών σεξουαλικών επαφών χωρίς προφύλαξη’. Το διάστημα της αναμονής περιορίζεται σε 6 μήνες αν η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών, ενώ αν είναι άνω των 40 ετών θα πρέπει να γίνεται ο βασικός έλεγχος της υπογονιμότητας άμεσα, ακόμα και πριν την έναρξη των προσπαθειών για να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος αν όντως υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Επίσης, θα πρέπει να επισημανθεί ότι αν ανεξαρτήτως ηλικίας, διαπιστωθούν παράγοντες που υποδεικνύουν πιθανό πρόβλημα ο έλεγχος θα πρέπει και πάλι να επισπεύδεται.


Οι σημαντικότεροι από αυτούς τους παράγοντες είναι από την πλευρά της γυναίκας:

•   οι έκδηλες διαταραχές του κύκλου (όπως εξαιρετικά σύντομοι ή επιμηκυσμένοι κύκλοι)
•   το επίμονο βαθύ πυελικό άλγος κατά την σεξουαλική επαφή
•   οι ακραίες παρεκκλίσεις του σωματικού βάρους
•   διάφορες ενδοκρινολογικές διαταραχές (όπως, παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα, σακχαρώδης διαβήτης, και άλλες)
•   ο έντονος δασυτριχισμός (δηλαδή ύπαρξη εκσεσημασμένης τριχοφυίας σε ‘ανδρικές’ περιοχές του σώματος)
•   το ιστορικό σοβαρών λοιμώξεων των σαλπίγγων, και η χρόνια λήψη φαρμάκων.

Από την πλευρά του άνδρα αντίστοιχοι παράγοντες είναι:
•   το ιστορικό επεμβάσεων τραυματισμών ή φλεγμονών στα γεννητικά όργανα
•   η έκθεση σε τοξικούς παράγοντες στον επαγγελματικό χώρο
•   η χρόνια λήψη φαρμάκων
•   ο αλκοολισμός και άλλοι σπανιότεροι.

Τα προβλήματα γονιμότητας είναι αρκετά συχνά στην σύγχρονη εποχή. Υπολογίζεται πως το 12-15% όλων των ζευγαριών αναπαραγωγικής ηλικίας αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται καθώς μεγαλώνει η ηλικία της γυναίκας, η οποία και αποτελεί έναν ανεξάρτητο αρνητικό παράγοντα που επηρεάζει την πιθανότητα σύλληψης. Αυτό, φαίνεται ξεκάθαρα σε όλες τις επιδημιολογικές μελέτες παγκοσμίως· για παράδειγμα, σύμφωνα με το National Center for Health Statistics στις ΗΠΑ, το ποσοστό υπογονιμότητας στις ηλικίες 15-29, 30-34, 35-39, και 40-44 ετών, ήταν 7.2%, 10.9%, 10.5%, και 20.3%, αντίστοιχα, αντικατοπτρίζοντας έτσι την επίπτωση των διεργασιών γήρανσης στην ποιότητα των ωαρίων και την ομαλή λειτουργία της ωοθήκης. Αντίστοιχη αρνητική επίδραση της ηλικίας του άνδρα στην ικανότητα γονιμοποίησης υφίσταται, αλλά εκδηλώνεται σε αρκετά μεγαλύτερες ηλικίες.